Δευτέρα 24 Οκτωβρίου 2011

ΤΙ ΕΙΝΑΙ ΟΙ ΒΙΤΑΜΙΝΕΣ

Λίγα για τις βιταμίνες



 Χρονολογική σειρά ανακάλυψης των βιταμινών
'Ετος
ανακάλυψης
ΒΙΤΑΜΙΝΗ
ΠΗΓΗ/ΤΡΟΦΙΜΟ
1913
Βιταμίνη Α (Ρετινόλη)
(Μουρουνέλαιο) λάδι μπακαλιάρου
1910
Βιταμίνη Β1 (Θειαμίνη)
Φλοιός ρυζιού
1920
Βιταμίνη C (Ασκορβικό οξύ)
Φρέσκα φρούτα και λαχανικά
1920
Βιταμίνη D (Καλσιφερόλη)
Μουρουνέλαιο
1920
Βιταμίνη Β2 (Ριβοφλαβίνη)
Κρέας και αυγά
1922
Βιταμίνη Ε (Τοκοφερόλες)
Φυτικά έλαια
1926
Βιταμίνη Β12 (Κοβαλαμίνη)
'Ηπαρ, αυγά, ζωικά τρόφιμα
1929
Βιταμίνη Κ1 (Φυλλοκινόνη)
Πράσινα φυλλώδη λαχανικά
1931
Βιταμίνη Β5 (Παντοθενικό οξύ)
Κρέας, ολικά σιτηρά, πολλά τρόφιμα
1931
Βιταμίνη Β7 (Βιοτίνη)
Κρέας, αυγά, γαλακτοκομικά προϊόντα
1934
Βιταμίνη Β6 (Πυριδοξίνη)
Κρέας, γαλακτοκομικά προϊόντα
1936
Βιταμίνη Β3 (Νιασίνη)
Κρέας, αυγά, δημητριακά
1941
Βιταμίνη Β9 (Φυλλικό οξύ)
Φυλλώδη, πράσινα, λαχανικά




































Οι βιταμίνες είναι οργανικές ενώσεις, που είναι απαραίτητες σε πολύ μικρές ποσότητες από ένα οργανισμό και χωρίς θερμιδική αξία (στις ποσότητες αυτές). Οι βιταμίνες είτε λείπουν από τους οργανισμούς ή δεν μπορούν να συντεθούν από αυτόν στις απαραίτητες ποσότητες και πρέπει να προσληφθούν μέσω της διατροφής.
Η έννοια της βιταμίνης διατυπώθηκε πρώτη φορά από τον Ολλανδό γιατρό Christiaan Eijkman (1858-1930), ο οποίος τιμήθηκε με Βραβείο Νόμπελ Ιατρικής το 1929. Εργάσθηκε ως ιατρός στην Μπατάβια (σήμερα Τζακάρτα) των Ανατολικών Ινδιών (Ινδονησία). Κατά την εποχή εκείνη υπήρχε επιδημία της ασθένειας μπέρι-μπέρι (συμπτώματα παράλυσης, καρδιακές ανωμαλίες, οίδημα και θάνατο). Η νόσος αυτή (πολυνευρίτιδα) διαπιστώθηκε ότι οφειλόταν στο ότι εκείνη την εποχή άρχισαν οι πληθυσμοί της περιοχής να καταναλώνουν αποφλοιωμένο ρύζι.
Ο Eijkman απέδειξε ότι μπορούσε να προκαλέσει τη νόσο σε κοτόπουλα θρέφοντάς τα αποκλειστικά με αποφλοιωμένο ρύζι και ότι το εκχύλισμα πλήρους ρυζιού καταπολεμούσε τη νόσο.
Η υπόθεση που ανέπτυξε και αποδείχθηκε σωστή, ήταν ότι στο φλοιό του ρυζιού υπήρχε μια σημαντική χημική ουσία (αποδείχθηκε αργότερα ότι ήταν η θειαμίνη, η βιταμίνη Β1).

Αργότερα ο Πολωνός χημικός Casimir Funk (1884-1967) πρότεινε τον όρο βιταμίνη, ο οποίος υιοθετήθηκε (από το vital: ζωτικός + αμίνη) θεωρώντας ότι όλες οι βιταμίνες είναι αζωτούχες ενώσεις.
Ωστόσο, αργότερα αποδείχθηκε ότι δεν περιέχουν όλες οι βιταμίνες άζωτο, αλλά αποτελούν μια αρκετά μεγάλη ποικιλία και τελείως διαφορετικών (από χημική άποψη) ενώσεων, από τις οποίες άλλες είναι λιποδιαλυτές και άλλες υδατοδιαλυτές.
Οι βιταμίνες συμβολίστηκαν με λατινικά γράμματα ανάλογα αλλά και με ονομασίες που σχετίζονταν με τη χημική δομή τους ή τη δράση τους. Οι βιταμίνες έχουν διαφορές μεταξύ τους ως προς τη δομή και τη λειτουργία τους και διακρίνονται σε δύο βασικές κατηγορίες, στις υδατοδιαλυτές και στις λιποδιαλυτές.
Ο σημαντικότερος ρόλος των βιταμινών είναι να ρυθμίζουν τις διάφορες αντιδράσεις του μεταβολισμού. Πολλές από αυτές είναι ισχυρές αντιοξειδωτικές ουσίες και ρυθμίζουν την οξειδωτική/αναγωγική ομοιοστασία των αερόβιων οργανισμών.
'Ελλειψη μιας βιταμίνης διακόπτει τις ειδικές μεταβολικές διεργασίες και μπορεί να αλλάξει τη μεταβολική ισορροπία στον οργανισμό.
Οι υδατοδιαλυτές βιταμίνες συμμετέχουν στη μεταφορά ενέργειας και στο μεταβολισμό των πρωτεϊνών, των υδατανθράκων (σάκχαρα) και των λιπαρών οξέων, που βρίσκονται κυρίως στις κυτταρικές μεμβράνες.
Οι λιποδιαλυτές βιταμίνες αποτελούν βασικό τμήμα των βιολογικών μεμβρανών και παίζουν σημαντικό ρόλο στη διατήρηση της λειτουργίας τους και στην προστασία τους από οξειδωτικές βλάβες ή λιπιδικές υπεροξειδώσεις. τους.
Ορισμένες βιταμίνες έχουν δράση στο γενετικό υλικό του οργανισμού και ελέγχουν τη σύνθεση ορισμένων ενζύμων.
Μερική ή ολική στέρηση μίας ή περισσότερων βιταμινών από τον οργανισμό του ανθρώπου ή των ζώων προκαλεί διάφορες παθολογικές καταστάσεις (αβιταμίνωση ή υποβιταμίνωση).
Σε ορισμένες περιπτώσεις παρατηρούνται διαταραχές του οργανισμού, εξαιτίας πολύ μεγάλων δόσεων βιταμινών (υπερβιταμινώσεις), που είναι αντίστοιχες με αυτές της παντελούς έλλειψης.